Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2020

Συνέντευξη μελών του Συλλόγου μας για την κατάσταση στα Δημόσια ΙΕΚ

Συνέντευξη που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη 16-12, παραχώρησαν τα μέλη του ΣΥΣΔΙΕΚ, Ελεύθερία Ζερβού, σπουδάστρια α' εξαμήνου στο Δημόσιο ΙΕΚ Κορυδαλλού, και Αλέξης Βαγενάς,
σπουδαστής α' εξαμήνου στο Δημόσιο ΙΕΚ Δάφνης-Υμηττού, στην εφημερίδα ''Ριζοσπάστης'', σχετικά με την κατάσταση που συναντάμε στα Δημόσια ΙΕΚ και τα προβλήματα κατά τη διάρκεια της φοίτησής μας.

Παραθέτουμε ολόκληρη την συνέντευξη όπως δημοσιεύθηκε:

-- Υπάρχουν σήμερα διαθέσιμες και προσβάσιμες όλες οι ειδικότητες στο δίκτυο των ΙΕΚ ώστε να μπορεί να επιλέξει ο κάθε ενδιαφερόμενος τον κλάδο που επιθυμεί;

Ε. Ζ.: Στα Δημόσια ΙΕΚ ένας νέος μπορεί να σπουδάσει ανάμεσα σε πάρα πολλές ειδικότητες, από «Chef», «Βοηθός Νοσηλευτικής ΜΕΘ», μέχρι «Συνοδός Βουνού» και «Στέλεχος Διεθνούς Εμπορίου». Στις μεγάλες Περιφέρειες, όπως η Αττική, θα λέγαμε ότι απ' όλα έχει ο μπαξές.

Εγώ είμαι στην ειδικότητα Τεχνικός Αισθητικής Τέχνης και Μακιγιάζ.

Πολλές φορές οι ειδικότητες που υπάρχουν στα ΙΕΚ σχετίζονται με την περιοχή που βρίσκονται, όπως για παράδειγμα στο Δημόσιο ΙΕΚ Πειραιά, που έχει ειδικότητες ναυτιλιακών, τουρισμού, skippers, δηλαδή με βάση τις «ανάγκες» των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην περιοχή.

Από την άλλη, υπάρχουν ειδικότητες που είτε «ανοιγοκλείνουν», είτε απουσιάζουν και παρέχονται αποκλειστικά επί πληρωμή στα Ιδιωτικά ΙΕΚ, όπως για παράδειγμα η δημοσιογραφία, που δεν άνοιξε φέτος στην Αττική αλλά μόνο στο Δημόσιο ΙΕΚ Δυτικής Αχαΐας.

Α. Β.: Εγώ επέλεξα την ειδικότητα Θερμοϋδραυλικός και Εγκαταστάσεις Φυσικού Αερίου και Πετρελαίου, με το σκεπτικό να βρω πιο άμεσα δουλειά. Αν το ψάξουμε θα παρατηρήσουμε πως ένας νέος για να μπει σε μία ειδικότητα, πρώτον θα πρέπει να συγκεντρώσει τα περισσότερα μόρια για να επιλεγεί, δεύτερον θα πρέπει να παρακαλά να υπάρχουν αρκετά άτομα που θα δηλώσουν την ειδικότητα για να σχηματιστεί τμήμα.

-- Υπάρχει μέριμνα για τους σπουδαστές από άλλη πόλη;

Ε. Ζ.: Απολύτως καμία. Οσοι σπουδαστές έρχονται από άλλη πόλη, πολλές φορές και από απομακρυσμένες περιοχές, είναι υποχρεωμένοι να νοικιάζουν σπίτι, να συντηρούνται μόνοι τους. Δεν υπάρχει καμία ουσιαστική μέριμνα.

Α. Β.: Οι σπουδαστές από άλλη πόλη είναι τελείως αβοήθητοι. Εγώ χαρακτηριστικά ήρθα στην Αθήνα για σπουδές και είμαι υποχρεωμένος να νοικιάζω σπίτι δίνοντας 250 ευρώ, 30 ευρώ το μήνα για κάρτα διαδρομών (αφού δεν μας δίνει πάσο το υπουργείο), χρήματα για λογαριασμούς ρεύματος, νερού, τηλεφώνου - ίντερνετ, για το φαγητό μου κ.λπ. Με άλλα λόγια, καλούνται οι γονείς μου να συντηρούν δύο σπίτια.

-- Με ποια προβλήματα έρχεται αντιμέτωπος ένας σπουδαστής ΙΕΚ από τη στιγμή που εισέρχεται στη σχολή και μέχρι να αποφοιτήσει από αυτή;

Ε. Ζ.: Το βασικό πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν βιβλία ενιαία από το υπουργείο για όλους τους σπουδαστές, με αποτέλεσμα είτε οι εκπαιδευτές είτε οι σπουδαστές να πληρώνουμε από την τσέπη μας για σημειώσεις, αλλά και να μαθαίνουμε διαφορετικά πράγματα ανάλογα με τις σημειώσεις που με κόπο και προσωπική δουλειά συγκεντρώνουν οι εκπαιδευτές μας.

Ενα πολύ βασικό ζήτημα είναι οι υποδομές. Οταν λέμε υποδομές, εννοούμε συνολικά, κτίρια, εργαστήρια, υλικοτεχνική υποδομή. Τα Δημόσια ΙΕΚ φιλοξενούνται κυρίως σε Λύκεια ή ΕΠΑΛ. Βασικά εργαστήρια είτε δεν υπάρχουν είτε είναι τεχνολογίας ξεπερασμένης, που δεν χρησιμοποιείται πουθενά. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπάρχουν ειδικότητες που χρησιμοποιούν εργαστήρια άλλων ειδικοτήτων. Το ίδιο ισχύει με τα αναλώσιμα και τα υλικά που είναι απαραίτητα σε κάθε ειδικότητα. Πρόκειται για βασικά πράγματα που δεν υπάρχουν και μας υποχρεώνουν να τα πληρώνουμε από την τσέπη μας.

Ολα αυτά αποτελούν εμπόδιο για να μάθουμε την ειδικότητά μας ολοκληρωμένα.

Ακόμα και σήμερα λείπουν καθηγητές

Α. Β.: Φέτος ειδικότερα, λόγω πανδημίας, τα Δημόσια ΙΕΚ καθυστέρησαν να ξεκινήσουν σημαντικά. Οι εκπαιδευτές μας άργησαν να προσληφθούν, όπως και προσωπικό καθαριότητας για αρκετά Δημόσια ΙΕΚ, με ευθύνη της κυβέρνησης. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι και σήμερα, που κάνουμε τηλεκπαίδευση, σε ορισμένα Δημόσια ΙΕΚ δεν έχουν εξασφαλιστεί όλοι οι καθηγητές σε κάποια μαθήματα. Την ώρα που μας μιλούν για την ατομική ευθύνη, καλούμασταν να κάνουμε μάθημα σε υπεράριθμα τμήματα και στοιβαζόμασταν στα ΜΜΜ σαν σαρδέλες.

Τέλος, σπουδαστές που εργάζονται δυσκολεύονται συχνά να συνδυάσουν ωράριο δουλειάς και ΙΕΚ, με αποτέλεσμα να αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα μαθήματά τους, καθώς δεν υπάρχει καμία μέριμνα γι' αυτούς.

-- Τι συνθήκες επικρατούν και πώς γίνεται η πρακτική άσκηση;

Ε. Ζ.: Αφού ολοκληρωθεί το πρώτο έτος σπουδών, οι σπουδαστές μπορούμε να κάνουμε την πρακτική μας άσκηση όπου βρούμε εμείς, αν βρούμε. Η πρακτική άσκηση είναι 960 ώρες, απλήρωτη και ανασφάλιστη, αφού οι σπουδαστές ασφαλιζόμαστε μόνο στην περίπτωση εργατικού ατυχήματος.

Ειδικότερα φέτος, λόγω των περιοριστικών μέτρων και της πανδημίας, είναι πολλοί οι συνάδελφοί μας που ολοκλήρωσαν τη σχολή και δεν μπορούν να πάρουν τη Βεβαίωση Επαγγελματικής Κατάρτισης, γιατί δεν έχουν κάνει την πρακτική τους.

Είναι ατομική υπόθεση του καθενός να βρει επιχείρηση να κάνει πρακτική, ενώ θα έπρεπε να φροντίζει το κράτος, οργανωμένα και ελεγχόμενα, ώστε να τηρείται ο χαρακτήρας της πρακτικής άσκησης. Χαρακτηριστικό είναι το χάος που κυριαρχεί στις ειδικότητες του Τουρισμού την περίοδο της σεζόν, όπου συχνά γίνονται γνωστές καταγγελίες συναδέλφων που κάνουν λόγο για άθλιες συνθήκες (απλήρωτης) δουλειάς, δεκάδες εργατικά ατυχήματα, μέχρι λεκτική, σωματική βία, ακόμη και για σεξουαλική παρενόχληση.

Α. Β.: Πολλές επιχειρήσεις βασίζουν τη λειτουργία τους στην «αξιοποίηση» πρακτικάριων, μόλις τελειώσει ο ένας παίρνουν τον επόμενο, οδηγώντας τον πρώτο στην ανεργία και εξασφαλίζοντας για την επιχείρησή τους σταθερά εργαζόμενους χωρίς κανένα «κόστος» για τους ίδιους. Κερδίζουν με την άδεια του υπουργείου στις πλάτες μας.

Εκτός αυτών, παρότι προβλέπεται εποπτεία, στην πράξη δεν ελέγχεται από πουθενά τι γίνεται πραγματικά κατά τη διάρκεια μίας πρακτικής άσκησης. Είναι πολύ σύνηθες, κατά την πρακτική, να μη γίνεται εξάσκηση πάνω στο αντικείμενο, αλλά σε άλλα άσχετα πόστα, με βάση τις ανάγκες της επιχείρησης και όχι της πρακτικής, ώστε να γνωρίσουμε το επάγγελμα που έχουμε επιλέξει, με ουσιαστική εποπτεία, με εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα.

-- Ο τίτλος σπουδών που παρέχεται εξασφαλίζει απρόσκοπτη πρόσβαση στο επάγγελμα;

Ε. Ζ.: Κι αυτό είναι ένα ακόμα εμπόδιο. Αφού ολοκληρωθούν οι διετείς σπουδές και η πρακτική άσκηση, πρέπει να δώσουμε εξετάσεις πιστοποίησης στον ΕΟΠΠΕΠ, ώστε να θεωρούμαστε «πιστοποιημένοι» και «έτοιμοι» για να δουλέψουμε. Στην ουσία, δηλαδή, ενώ εξεταζόμαστε σε όλη την ύλη που έχουμε διδαχθεί τα δύο χρόνια σπουδών, 8 φορές μέσα στις σπουδές μας - πρόοδος και εξεταστική σε κάθε εξάμηνο - χωρίς βιβλία (!), καλούμαστε να επανεξεταστούμε, άλλη μια φορά.

Επιπλέον, για να αποκτήσουμε την άδεια ασκήσεων επαγγέλματος για όσους τη χρειάζονται, ξεδιπλώνεται νέος Γολγοθάς για να βρούμε δουλειά με πλήρη ασφάλιση ώστε να συμπληρώσουμε τα απαραίτητα ένσημα.

Α. Β.: Μάλιστα οι εξετάσεις πιστοποίησης αργούν να πραγματοποιηθούν, και με χαράτσι 100 ευρώ τη φορά! Το πιο παράλογο είναι πως στην πιστοποίηση μας ζητούν να απαντήσουμε σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο όλοι, πανελλαδικά, στα ίδια, ενώ ο καθένας μας διδάσκεται διαφορετικά, αφού ούτε βιβλία υπάρχουν ενιαία, ούτε εργαστήρια. Ουσιαστικά οι σπουδές καταλήγουν να είναι ένα κυνήγι προσόντων, πιστοποιήσεων και ανταγωνισμού μεταξύ μας, ενώ το πτυχίο από το Δημόσια ΙΕΚ θα έπρεπε να είναι αρκετό για να δουλέψουμε στο αντικείμενο.

Τελικά, όλοι για να βρούμε δουλειά δίνουμε έναν αγώνα δρόμου, όπως συμβαίνει σε όλες τις δομές της Εκπαίδευσης. Γι' αυτό πολλοί σπουδαστές σταματάνε την προσπάθεια πριν πάρουν την πιστοποίηση, αφού βλέπουν να οδηγούνται από εμπόδιο σε εμπόδιο, και στο τέλος ανεργία.